Συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης
Μέρος Β΄
Ο γιός
της Ιφιγένειας , ο Μιλτιάδης, Αξιωματικός του στρατού, είχε παντρευτεί την
Εριφύλλη και ζούσαν στην Αθήνα, κάπου στο Μετς ….Η Εριφύλλη εργαζότανε στο
Νοσοκομείο τον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ,
Νοσηλεύτρια , η αδελφή της η Ερασμία , χήρα στα 24 χωρίς να προλάβει να
αποκτήσει παιδιά, ζούσε στο Κουκάκι μαζί με την μάνα τους και εργαζότανε επίσης
στον Ευαγγελισμό σαν Τραπεζοκόμα….
Ο
μεγάλος τους γιός, ο 19χρονος Αντώνης, Φοιτητής του Πολυτεχνείου, είχε προσχωρήσει
στην ΕΠΟΝ, είχε γνωρίσει την Ηρώ
Κωνσταντοπούλου , έγραφε συνθήματα στους τοίχους και κολλούσε προκηρύξεις,
η 14 χρονη Ράνια, με το κόκκινο ποδήλατό
της, που κάποτε ανήκε σε μία΄Ελλη που
δεν είχε γνωρίσει ποτέ, μετά την απελευθέρωση
έμαθαν ότι είχε παντρευτεί έναν Αμερικανό γιατρό και ζούσε στο
εξωτερικό, μετέφερε μηνύματα απομνημονεύοντάς τα……
Ο μικρός της οικογένειας, ο 12 χρονος Ιάσονας ζούσε με την επιθυμία να ψηλώσει μια ώρα αρχύτερα ώστε τα πόδια του να φθάνουν με άνεση τα πετάλια του κόκκινου ποδήλατου….Ηδη ήτανε δεινός στο πατίνι που του είχε κατασκευάσει ο πατέρας του και κατηφόριζε σαν σφαίρα στα πεζοδρόμια της γειτονιάς , αλλά ο καημός του ήτανε το ποδήλατο , εξασκήθηκε βέβαια και ως ποδηλάτης χρησιμοποιώντας το σαραβαλιασμένο πιά «παιδικό» ποδήλατο του Αντώνη, που είχε φάει τα ψωμιά του και σχεδόν είχε αχρηστευτεί αφού ούτε ανταλλακτικά μπορούσαν να βρεθούν ούτε τα λάστιχα σήκωναν άλλα μπαλώματα….
Στην πρωτεύουσα την περίοδο 1941 – 1942 πέθαναν από τον λιμό κατά προσέγγιση 45.000 άνθρωποι, ενώ στη Θεσσαλονίκη το χρονικό διάστημα 1942 – 1943 απεβίωσαν από ασιτία - σε συνδυασμό και με την ελονοσία - περίπου 5.000 άνθρωποι.
Στην ελληνική συλλογική μνήμη η οδύνη του λιμού παραμένει ένα από τα ισχυρότερα μελανά στοιχεία της γερμανικής κατοχής.
Η Εριφύλλη και η Ερασμία προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν φάρμακα και τρόφιμα …..Στηνόντουσαν με τις ώρες στις ουρές των συσσιτίων με τα δελτία στο χέρι για τα λιγοστά τρόφιμα που μοιράζονταν, οι νεκροί στους δρόμους που πλήθαιναν καθημερινά τις έκαναν να πάρουν την απόφαση να επιδοθούν σε ένα ιδιότυπο σύστημα αφαίρεσης τροφίμων και φαρμάκων από τους Γερμανούς.…..Εραψαν ποδιές με εσωτερικές τσέπες που τις φορούσαν κατάσαρκα κι εκεί έκρυβαν ότι μπορούσαν να εξασφαλίσουν, με μεγάλο κίνδυνο….Πλιάτσικο οι κατακτητές, πλιάτσικο και οι δύο αδελφές, κάτω από την μύτη τους παρά το ρίσκο….Η Ερασμία μάλιστα που σέρβιρε τις πτέρυγες με τους γερμανούς αρρώστους και είχε πρόσβαση στα μαγειρεία ……έκανε τα κουμάντα της και παραδόξως τα κατάφερνε τόσο καλά, που κανείς ποτέ δεν υποψιάστηκε το παραμικρό….Βοηθούσαν όσους περισσότερους μπορούσαν … διαθέτοντας φάρμακα και τρόφιμα…
Τον Απρίλιο του 1942 , σε ένα μπλόκο συλλαμβάνεται ο Αντώνης μαζί με πολλούς άλλους και παρ΄όλο που δεν βρέθηκε τίποτα ενοχοποιητικό επάνω του, είχε προλάβει ευτυχώς και είχε παραδώσει τις προκηρύξεις που κουβαλούσε στην Ηρώ, τον πήγαν για ανάκριση και τον καταδίκασαν σε θάνατο διά τυφεκισμού
Κλαυθμός και οδυρμός στην οικογένεια, ο Μιλτιάδης έτρεξε να χτυπήσει τις πόρτες όλων όσων πίστευε ότι μπορούν να βοηθήσουν, η Ερασμία έτρεξε στην Ιουλία ζητώντας την συνδρομή των συντρόφων της, η Εριφύλλη έπεσε στα γόνατα του Διευθυντή της Χειρουργικής Κλινικής ….όλοι υποσχέθηκαν να βοηθήσουν με κάθε τρόπο…..
Εφθασε η παραμονή της ορισμένης ημερομηνίας εκτέλεσης, ο Μιλτιάδης και η Εριφύλλη σκιές του εαυτού τους, η Ερασμία προσποιητά ψύχραιμη, η γιαγιά όλη τη νύχτα γονατισμένη μπροστά στο εικονοστάσι, η Ράνια μην μπορώντας να συγκρατηθεί, έκλαιγε με γοερά αναφιλητά, ο Ιάσονας σαστισμένος προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συμβαίνει…..ο Τέλης ο κολλητός του φίλος του είχε εκμυστηρευθεί μόλις πριν λίγες ώρες «Αύριο το ξημέρωμα, οι Γερμαναράδες θα σκοτώσουνε τον αδελφό σου τον Αντώνη εκεί στη μάντρα στου Γουδή….εκεί τους σκοτώνουνε όλους….τους ντουφεκάνε….» το έλεγε ο πατέρας μου στη μάνα μου και το άκουσα " Κρίμα τα παλληκάρια ….κρίμα τους πατριώτες…." έλεγε και η μάνα μου του είπε: « Δεν μπορείς να κάνεις κάτι Αγησίλαε, έστω για τον Αντώνη το γειτονάκι μας…. " Εχω μιλήσει ήδη στον κουμπάρο μας που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα..... ελπίζω να τα καταφέρει ...."
Πάμε να δούμε που είναι αυτή η μάντρα, θέλω να την δώ είπε αποφασιστικά ο Ιάσονας….ο Τέλης δίσταζε, αλλά η περιέργεια και το παράτολμο της ηλικίας, έκανε και τους δύο να παραβλέψουν τους κινδύνους και να ξεκινήσουν με τα ποδήλατα το απομεσήμερο για εξερεύνηση…..
Ο Τέλης είχε έναν ξάδελφο λίγο μεγαλύτερο, που έμενε στην περιοχή…..θα πάμε πρώτα στου Γιώργη, αυτός θα μας δείξει το μέρος….τον δρόμο το ξέρω καλά, έρχομαι συχνά με την μάνα μου στη θεία Ελπινίκη …ο μπάρμπας μου δουλεύει σε κινηματογράφο και πάμε παρέα και βλέπουμε ταινίες….
Οι πιτσιρικάδες ήταν αποφασισμένοι και έχοντας μεγάλη άγνοια του κινδύνου….ποδηλατώντας έφθασαν στο σπίτι της θείας Ελπινίκης χωρίς βέβαια να αποκαλύψουν τους σκοπούς τους….Στον Γιώργη μόνο εκμυστηρεύτηκαν την επιθυμία τους να δούν την μάντρα των εκτελέσεων , έστω από μακριά….Εκείνος τους αποθάρρυνε αρχικά , αλλά όταν έμαθε ότι την επομένη θα τουφέκιζαν εκεί ακριβώς τον αδελφό του Ιάσονα, τους οδήγησε χωρίς άλλη κουβέντα σε ένα σημείο που κρυμμένοι σε κάτι θάμνους είχαν στο οπτικό πεδίο τους ένα τμήμα του τόπου των εκτελέσεων…Η καρδιά του Ιάσονα κόντευε να σπάσει, έσφιξε τα χείλη και αμίλητοι πήραν τον δρόμο της επιστροφής.
Το βράδι σχεδόν όλοι έμειναν ξάγρυπνοι, η μάνα του ούτε που σκέφθηκε να τον κατσαδιάσει για το ξεπόρτισμα, ίσως και να μην το πήρε είδηση καν, είχε πολύ σοβαρότερα πράγματα να την απασχολούν, η Ράνια κάποια στιγμή τον αναζήτησε και αντιλήφθηκε το ποδήλατο που έλειπε αλλά φαντάστηκε ότι κάπου στη γειτονιά θα τριγυρνάει με τον Τέλη και τους υπόλοιπους….οπότε βιάστηκε να ακολουθήσει την μητέρα της στο Κουκάκι. Είχαν στηρίξει τις ελπίδες τους στις ενέργειες των ΕΠΟΝΙΤΩΝ, η κυρία Ιουλία και η κυρία ΄Αννα τους είχαν διαβεβαιώσει ότι είχαν ελπίδες να δοθεί χάρη….Ο πατέρας τους πάλι δεν έβγαζε μιλιά, παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας, ήρθε για λίγο στο σπίτι και κατά τις 10 τον κατάπιε πάλι το σκοτάδι…..σίγουρα κάποιους θα συναντούσε, πασχίζοντας να σώσει το παιδί του…..
Αργούσε να ξημερώσει…..ο Ιάσονας είχε καταστρώσει το σχέδιό του και ήταν αποφασισμένος !!! Ακροπατώντας έβαλε το μαξιλάρι του κάτω από τα σκεπάσματα και τύλιξε τις κουβέρτες να μοιάζουν ότι κάποιος κοιμάται….ξεγλίστρησε στην αυλή από την πόρτα της κουζίνας, με την άκρη του ματιού του είδε την μάνα του γερμένη στο πλάϊ του καναπέ, η θεία του στην άλλη άκρη, αποκαμωμένες και οι δύο από το κλάμα και τις προσευχές. Ο πατέρας του άφαντος, η Ράνια μάλλον με τη γιαγιά στο δωμάτιό της….Αποφασιστικά ανέβηκε στο κόκκινο ποδήλατο, δεν καλοέφτανε τα πετάλια, αλλά τεντώνοντας τα πόδια θα τα κατάφερνε, έπρεπε να τα καταφέρει !!!
Είχε απομνημονεύσει την διαδρομή, δεν συνάντησε ψυχή …ήταν άλλωστε πολύ νωρίς, οι νεραντζιές ευωδίαζαν και τα πουλιά είχαν αρχίσει το πρωϊνό τους κελάηδημα, εκείνος όμως ένα πράγμα είχε στο νού του. Να σώσει το αδελφό του !!!
Εφθασε στους θάμνους και έκρυψε το ποδήλατο….περίμενε υπομονετικά με την καρδιά να βροντοχτυπάει στο στήθος του …. ετοιμάστηκε μόλις είδε τα γερμανικά καμιόνια να ανηφορίζουν στο δρόμο και να μπαίνουν στο χώρο …, άκουγε καθαρά τις φωνές τους και τα παραγγέλματα του επί κεφαλής, έστησαν τα πολυβόλα….μετά κατέβασαν τους μελλοθάνατους…..μέτρησε 25 άτομα, 6ος ήτανε ο Αντώνης….
Αποφασισμένος καβάλησε το ποδήλατο και κατηφόρισε στο χωμάτινο μονοπάτι….λίγα μέτρα τον χώριζαν από την πύλη, παραδόξως δεν υπήρχε κανείς εκεί, όλοι ήταν συγκεντρωμένοι στον τόπο της εκτέλεσης.
Μάζεψε τις δυνάμεις του και κάνοντας πετάλι με δύναμη όρμησε ανάμεσε στα πολυβόλα και τους μελλοθάνατους που είχαν στο μεταξύ παραταχθεί κατά μήκος του τοίχου . Οι φωνές τους αντηχούσαν καθαρές....έψαλαν τον Εθνικό ΄Υμνο...…. «Θα πάρω τον αδελφό μου, δεν θα τον σκοτώσετε !!!» Φώναξε δυνατά ενώ πλησίασε στον τοίχο….έγειρε προς το μέρος του Αντώνη σκύβοντας τόσο κοντά που κόντεψε να χάσει την ισορροπία του, άπλωσε το χέρι και τον άρπαξε από την μπλούζα….Ολοι είχαν μείνει, εμβρόντητοι, παρακολουθούσαν την απίστευτη σκηνή αποσβολωμένοι….
Ο Αντώνης με μία σβέλτη κίνηση ανέβηκε στο ποδήλατο προσπαθώντας να καλύψει με το σώμα του , τον μικρό του αδελφό….ήταν σίγουρος ότι σε δευτερόλεπτα θα τους γάζωναν οι σφαίρες των πολυβόλων….όμως δεν έγινε απολύτως τίποτα…ο χρόνος σταμάτησε , μόνο οι ανάσες τους έβγαιναν κοφτές και ακατάστατες….ο Ιάσονας σχεδόν όρθιος ποδηλατούσε μανιασμένα απομακρυνόμενος από το πεδίο βολής….Πέρασαν την πύλη χωρίς να τους ακολουθήσει κανείς, είχαν βγεί σχεδόν στον κεντρικό δρόμο, όταν άκουσαν τις ριπές των πολυβόλων…. Μέσα από στενά και απόμερα δρομάκια κατάφεραν να επιστρέψουν στη γειτονιά τους, σε κάποιο σημείο μάλιστα άλλαξαν και θέσεις, γιατί ο μικρός είχε εξαντληθεί από την προσπάθεια και αδυνατούσε να συνεχίσει με το διπλό φορτίο….Δεν επέστρεψαν στο σπίτι, ο Αντώνης του είπε να τον αφήσει σε κάποιο σημείο , πεζός θα συνέχιζε μέχρι την μάντρα του Α΄Νεκροταφείου και από εκεί θα πήγαινε σε κάποιο κρησφύγετο της Οργάνωσης.
Γύρισε στο σπίτι σαν αλλοπαρμένος, τ΄αυτιά του βούϊζαν και τα μάτια του ήτανε θολά από τα δάκρυα. Μπήκε στην μικρή αυλή σχεδόν παραπατώντας και άφησε το κόκκινο ποδήλατο στη συνηθισμένη θέση.
Η μάνα του πετάχτηκε από την πόρτα της κουζίνας έξαλλη !
Ο Ιάσονας αμίλητος στεκότανε με χαμηλωμένο το κεφάλι χωρίς να μπορεί να αρθρώσει λέξη…..Ξεπρόβαλλε η θεία και πίσω της η γιαγιά….
Η Ράνια τον άρπαξε και τον έσφιξε στην αγκαλιά της, κατάλαβε ότι ήταν σοκαρισμένος, η θεία Ερασμία προσπαθούσε να ηρεμήσει την Εριφύλλη , η γιαγιά σέρνοντας τα πόδια της σωριάστηκε στην πρώτη καρέκλα που βρέθηκε κοντά της….
Που βρήκε την δύναμη να μιλήσει και να εξιστορήσει τα καθέκαστα, ούτε που το κατάλαβε… « Πρέπει να φύγουμε αμέσως !!! Εσωσα τον Αντώνη μας!!! Είναι καλά και κρύβεται !!! Κινδυνεύουμε ! Πρέπει να φύγουμε αμέσως !!!» Ολοι σαν να ξύπνησαν από λήθαργο, δεν τολμούσαν να πιστέψουν το θαύμα που είχε συντελεστεί….Ο Μιλτιάδης ήταν άφαντος….Αρπαξαν βιαστικά μερικά πράγματα κι έφτιαξαν δύο μπόγους, δεν πρόλαβαν να πιούν ούτε το φασκόμηλο που είχε ψήσει η Ερασμία…κλείδωσαν βιαστικά την εξώπορτα και κατηφόρησαν προς το Κουκάκι υποβαστάζοντας τη γιαγιά. Η Ράνια είχε φορτώσει τους μπόγους στο κόκκινο ποδήλατο , εκείνος ακολουθούσε με το πατίνι…
Ο Μιλτιάδης καταρρακωμένος γιατί δεν κατάφερε να εξασφαλίσει χάρη για τον γιο του, όταν επέστρεψε στο έρημο σπίτι του, έσπευσε να αναζητήσει την οικογένειά του στο σπίτι της Ερασμίας…δεν βρήκε κανέναν κι εκεί..Τελικά η Αννα φίλη , συναγωνίστρια και γειτόνισσα τον ενημέρωσε ότι τους φιλοξενεί προσωρινά μέχρι η οργάνωση να τους εξασφαλίσει ασφαλέστερο καταφύγιο.
Ήταν 32 ετών.
Επέστρεψε στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση και αποστρατεύτηκε μετά από μερικά χρόνια με πολλές τιμητικές διακρίσεις.
. Ο Ιερός Λόχος ήταν ελληνική στρατιωτική "μονάδα ειδικών δυνάμεων", που συγκροτήθηκε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου το 1942 στη Μέση Ανατολή και αποτελείτο εξ ολοκλήρου από Έλληνες αξιωματικούς και των τριών όπλων, της τότε Βασιλικής Χωροφυλακής και από μαθητές της στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, κάτω από την εντολή του συνταγματάρχη Τσιγάντε.
Ο Αντώνης συνέχισε την δράση του συμμετέχοντας σε πολλά σαμποτάζ. Μετά την απελευθέρωση ολοκλήρωσε τις σπουδές του και πήρε το Πτυχίο του Πολιτικού Μηχανικού. Κατέρρευσε όταν πληροφορήθηκε ότι στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 η αγαπημένη του Ηρώ οδηγήθηκε μαζί με άλλους 49 κρατουμένους στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και εκτελέστηκε με 17 σφαίρες - όσα τα χρόνια της - για «παραδειγματισμό», όπως είπαν οι χιτλερικοί.
Η Ερασμία ξαναπαντρεύτηκε στα 34 της έναν ομορφάντρα Θεσσαλό, ανάπηρο Πολέμου, που διατηρούσε περίπτερο στο Κουκάκι. Απέκτησε μία κόρη και έναν γιό και μέχρι την συνταξιοδότησή της συνέχισε να εργάζεται στον Ευαγγελισμό, δεν έπαψε να μαζεύει, φανερά πιά, αποφάγια και αχρησιμοποίητα τρόφιμα για να ταϊζει τα αδέσποτα της γειτονιάς.
Η Εριφύλλη εντάχθηκε στον Ερυθρό Σταυρό , υπηρέτησε σε πολλά μέτωπα και τιμήθηκε για την προσφορά της. Μετά από χρόνια πληροφορήθηκε ότι ο καθηγητής της Χειρουργικής Κλινικής είχε εξασφαλίσει χάρη για τον γιό της και ίσως γι΄αυτό δεν τους αναζήτησε ποτέ κανείς ούτε καταδιώχθηκαν από κανέναν.
Η Ράνια σπούδασε Μαιευτική και εντάχθηκε επίσης στον Ερυθρό Σταυρό. Παντρεύτηκε έναν γιατρό και απέκτησε 2 κόρες. Ζει ακόμα στο ΜΕΤΣ σε μία όμορφη πολυκατοικία που έχτισε ο αδελφός της, στην θέση του πατρικού τους.
Ο Ιάσονας, ο μικρός ήρωας της οικογένειας , έγινε δημοσιογράφος και συγγραφέας με σπουδαίο συγγραφικό έργο. Παντρεύτηκε την Μάρθα, Ποιήτρια, ζωγράφο και ενδυματολόγο. Μια πανέμορφη και ευαίσθητη γυναίκα που του χάρισε 2 γιούς. Το κόκκινο ποδήλατο κάποια στιγμή εξαφανίστηκε από την αυλή του σπιτιού στο ΜΕΤΣ. Ποτέ δεν έμαθαν τι απέγινε....
Ο Τέλης έγινε αθλητής με πολλές διακρίσεις στην ποδηλασία, παράλληλα ήταν και εισαγωγέας-έμπορος ποδηλάτων. Εμειναν κολλητοί φίλοι με τον Ιάσονα μέχρι τον θάνατό του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα .Παντρεύτηκε την Αλκυόνη αλλά δεν απέκτησαν παιδιά.
Σχετικά με την Ηρωίδα Ηρώ Κωνσταντοπούλου διαβάστε εδώ : https://www.sansimera.gr/biographies/689 Το σπίτι που έζησε σώζεται στην γειτονιά μου, αφημένο στην εγκατάλειψη και την λησμονιά.
Σχετικά με την Ηρωϊδα Ιουλία Μπίμπα διαβάστε εδώ https://www.imerodromos.gr/i-istoria-tis-iroidas-ioylias-mpimpa/΄
Εντελώς συμπτωματικά, όταν πληροφορήθηκα τα σχετικά με την δράση της Ιουλίας Μπίμπα, ανακάλυψα ότι το σπίτι που διέμενε στην οδό Αγράφων αρ.6 στο Κουκάκι, είχε αγοραστεί το 1959 από τον αδελφό του πατέρα μου !!! Σ΄αυτό το σπίτι έχουμε κατοικήσει με τους γονείς μου για 5 χρόνια, σήμερα καταρρέει έρημο, ο θείος μου και η οικογένειά του μετανάστευσαν στην Ν, Υόρκη το 1965 και ζουν ακόμη εκεί.
Η ιστορία μου είναι προϊόν μυθοπλασίας βασισμένη όμως σε πολλά πραγματικά γεγονότα.
Η ιστορία του μικρού αδελφού, που έσωσε τον μεγαλύτερο από το εκτελεστικό απόσπασμα με το ποδήλατό του, συνέβη στην Γαλλία. Το θέμα αυτό ήταν μέρος μαθήματος σχετικού με την Γαλλική Κατοχή κατά την διάρκεια των Σπουδών μου στην Γαλλική Ακαδημία.
Ο Αξιωματικός Μιλτιάδης, της ιστορίας μου, είναι εμπνευσμένος από τον εκλιπόντα πεθερό μου, Ευθύμιο Ε. Μάμαλη, ήρωα πολέμου, με σημαντική δράση στον Ιερό Λόχο.