Με αφορμή κάτι γάμους παιδιών φιλικών ζευγαριών και κάτι παρατράγουδα με τα σόγια και τα πεθερικά.....τις πεθερές συγκεκριμένα.....μου βγήκε αυτό το στιχούργημα, με τις υπερβολές του βεβαίως, αλλά καλού κακού .....Μέλλουσες και υπάρχουσες πεθερές....τον νού σας...!!!
Η Μαρουσώ
Η Μαρουσώ επλάνταξε,
τράβαγε τα μαλλιά της
για τούτηνε τη συμφορά
πού΄ρθε στη φαμελιά της,
τη νύφη της εγνώρισε,
ανάθεμα την ώρα,
και λύσεις ψάχνει η
έρημη, πως θα γλιτώσει τώρα,
τον Μάκη το μονάκριβο,
το γιόκα της, το φως της,
από αυτή την άχαρη,
αυτός ειν΄ο σκοπός της!
Ανέμελη ήταν κι έλπιζε, πως τέτοιο παλικάρι
μια κοπελιά σαν κρύο
νερό, γυναίκα του θα πάρει,
όμως αυτόν τον έμπλεξε
στα δίχτυα του ένα τσόλι,
ξετσίπωτο, ξεβράκωτο,
κάπου από τ΄Αργοστόλι,
ψηλόλιγνη, ξερακιανή, το
μαύρο της το χάλι
και τον περνάει
παρακαλώ, κοντά ένα κεφάλι,
αριστερή του κερατά ,
θεέ μου συχώρεσέ με,
με μάγια θα τον τύλιξε,
σου λέω πίστεψέ με,
άσε που και τα χρόνια
της, κρύβει η παλιοτεψίζα,
κόκκινο βάφει το μαλλί,
μα άσπρη είναι η ρίζα,
κι αντί να δώσει στο
παιδί σα μάνα, ευλογία
η Μαρουσώ
οδύρεται, τάζει στην Παναγία :
«Παρθένα
μου, λυπήσου με για μια στιγμή και μόνο,
γλίτωσε το
παιδάκι μου από αυτόν τον πόνο,
ξέρεις πως
το μεγάλωσα, το μοσχαναθρεμμένο
μ΄αυτή δεν
θέλω να χαρείς, να το ιδώ παντρεμένο,
τόσες
κοπέλες γνώρισε και άλλες θα γνωρίσει,
από αυτής
της μάγισσας τα δίχτυα αν ξεγλιστρήσει.»
Πέλαγος η
αγάπη της και κύμα ο καυμός της
μα στα παλιά
παπούτσια του την έγραψε ο γιός της,
παντρεύτηκε
την κοπελιά, τον πέρναγε δυό χρόνια,
ταιριάξανε
όμως μια χαρά, της χάρισε κι εγγόνια,
κι ας ήταν
λίγο πιο ψηλή κι αδύνατη σα στέκα,
αυτή διάλεξε
Μαρουσώ, ο γιός σου για γυναίκα
μην ξαστοχάς
και τα παλιά, τα χρόνια τα δικά σου,
και σένα δε
σε ήθελε για νύφη η πεθερά σου,
πάρτο λοιπόν
απόφαση και βάλτην στην καρδιά σου
μιά ν΄αγαπάς
το γιόκα σου, δέκα τη νυφαδιά σου,
κι άσε ήσυχη
την Παναγιά έχει πολλά να κάνει
και ήδη
φρόντισε καλά ετούτο το στεφάνι….!!!