Τὰ Κάλαντα εἶναι ἔθιμο ποὺ διατηρεῖται ἀμείωτο ἀκόμα καὶ σήμερα μὲ τὰ παιδιὰ νὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι σὲ ζεύγη ἢ καὶ περισσότερα καὶ νὰ τραγουδοῦν τὰ κάλαντα συνοδεύοντας τὸ τραγούδι τους μὲ τὸ τρίγωνο ἢ ἀκόμα καὶ κιθάρες, ἀκορντεόν, λύρες, ἢ φυσαρμόνικες. Τὰ παιδιὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, χτυποῦν τὴν πόρτα καὶ ρωτοῦν: «Νὰ τὰ ποῦμε;». Ἂν ἡ ἀπάντηση ἀπὸ τὸν νοικοκύρη ἢ τὴν νοικοκυρὰ εἶναι θετική, τότε τραγουδοῦν τὰ κάλαντα γιὰ μερικὰ λεπτὰ τελειώνοντας μὲ τὴν εὐχὴ «Καὶ τοῦ Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ὁ νοικοκύρης τὰ ἀνταμοίβει μὲ κάποιο χρηματικὸ ποσό, ἐνῶ παλιότερά τους πρόσφερε μελομακάρονα ἢ κουραμπιέδες. Κάλαντα λέγονται τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, τῆς Πρωτοχρονιᾶς καὶ τῶν Φώτων καὶ εἶναι διαφορετικὰ γιὰ κάθε γιορτή.
Ἡ λέξη κάλαντα προέρχεται ἀπὸ τὴ λατινικὴ «calenda», ποὺ σημαίνει ἀρχὴ τοῦ μήνα. Πιστεύεται ὅτι ἡ ἱστορία τους προχωρεῖ πολὺ βαθιὰ στὸ παρελθὸν καὶ συνδέεται μὲ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Βρῆκαν, μάλιστα, ἀρχαία γραπτὰ κομμάτια παρόμοια μὲ τὰ σημερινὰ κάλαντα.
Η Ειρεσιώνη (από το είρος, έριον= μαλλί προβάτου) λοιπόν, ήταν ένα κλαδί ελιάς στολισμένο με γιρλάντες από μαλλί λευκό και κόκκινο και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά). Την εβδόμη ημέρα του μηνός Πυανεψιώνος (22 Σεπτεμβρίου – 20 Οκτωβρίου), παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς ζούσαν ,περιέφεραν την Ειρεσιώνη στους δρόμους της πόλης των Αθηνών τραγουδώντας από σπίτι σε σπίτι, παίρνοντας το φιλοδώρημά τους από τον νοικοκύρη ή την κυρά και όταν έφθαναν στο σπίτι τους κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την εξώπορτά τους, όπου έμενε εκεί μέχρι την ιδία ημέρα του νέου έτους, οπότε, αφού τοποθετούσαν την νέα, κατέβαζαν την παλιά και την έκαιγαν. Άλλα παιδιά κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την θύρα του Ιερού του Απόλλωνα.
Το έθιμο απηχούσε την ευχή των ανθρώπων για την ευφορία της γης, τις ευχαριστίες τους για την καρποφόρα χρονιά που πέρασε και τον εξευμενισμό των θεών για μια ακόμα πιο αποδοτική σε γεννήματα χρονιά, αυτή που ερχόταν. Η γονιμότητα της γης ήταν, αυτονοήτως, πολύ σημαντική για την επιβίωση των πληθυσμών και την ευζωία τους. Το τραγουδάκι που διασώζει ο Πλούταρχος («Βίοι Παράλληλοι, Θησεύς 22») είναι χαρακτηριστικό:
«Ειρεσιώνη σύκα φέρει και πίονας άρτους
και μέλι εν κοτύλη και έλαιον αναψήσασθαι
και κύλικ’ εύζωρον, ως αν μεθύουσα καθεύδη»
δηλαδή: «Η Ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμιά
και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις
και μπουκάλι γεμάτο για να μεθύσεις και να κοιμηθείς γλυκά» (απόδοση: Ανδρέα Πουρναρά)
Ο Όμηρος έψαλλε κάποτε κάλαντα “παραχειμάζων εν Σάμω και προσπορευόμενος προς τας οικίας των επιφανεστάτων”.
Το τραγούδι τῆς Εἰρεσιώνης τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὁμήρου, τὸ ἀπαντᾶμε σήμερα μὲ μικρὲς παραλλαγὲς στὰ κάλαντα τῆς Θράκης:
«Στο σπίτι ἐτοῦτο ποὔρθαμε τοῦ πλουσιονοικοκύρη
ν᾿ ἀνοίξουνε οἱ πόρτες του νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος μέσα
νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος κι ἡ χαρὰ κι ἡ ποθητὴ εἰρήνη
καὶ νὰ γεμίσουν τὰ σταμνιὰ μέλι, κρασὶ καὶ λάδι
κι ἡ σκάφη τοῦ ζυμώματος μὲ φουσκωτὸ ζυμάρι».
Παραδοσιακὰ κάλαντα στὴν ἑλληνόφωνη διάλεκτο τῆς κάτω Ἰταλίας. παραπομπή: www.greciasalentina.org https://youtu.be/lLgDyXzja9sΑstrina
Arte pu ettasa ettu sti massaria
ivloo tin porta ce to limbitari
ivloo ti mmana c' ola ta pedia
apoi to ciuri pu ene o generali.
Apoi' vo vloo ce to merciali
ti ccazza, ti skutedda, to rotuli
ce tis varti, varti merci na cai
irtame na tis kanome allegria.
Oria pune ta spiddia fabricata
Orrie tes porte mola ta klidia
Ka i patruna pu ne mia fata
Irtame na tis kanome allegria.
Irtame na sas ferme tin astrina
coriliana pu ti mate se tolo
e na mas doki presto ma to prima
irtame na sas ferme tin astrina.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Μακεδονίας
Ἦρθε πάλι νέο ἔτος εἰς τὴν πρώτη του μηνός,
ἦρθα νὰ σᾶς χαιρετήσω, δοῦλος σας ὁ ταπεινός.
Ὁ Βασίλειος ὁ Μέγας, ἱεράρχης θαυμαστός,
εἰς τὴν οἰκογένειά σας νἄναι πάντα βοηθός.
Τὰ παιδιὰ εἰς τὸ σχολεῖο νὰ πηγαίνουνε συχνά,
νὰ μαθαίνουνε τὸ βίο, τῆς πατρίδας τὰ ἱερά.
Καὶ γιὰ τοὺς ξενιτεμένους ἔχω νὰ σᾶς πῶ πολλά,
σᾶς ἀφήνω «καληνύχτα», καὶ τοῦ χρόνου μὲ ὑγειά.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Δυτικῆς Μακεδονίας
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, Γενάρης ξημερώνει,
σὰ φέτος καὶ τοῦ χρόνου.
Ἐδῶ σὲ τούτην τὴν αὐλή, στὸ μαρμαροστρωμένο,
ἐδῶ ῾χουν χίλια πρόβατα καὶ δυὸ χιλιάδες γίδια.
Σὰν τὰ μυρμήγκια περπατοῦν, σὰν τὰ μελίσσια πᾶνε,
μὲ τὴ φλογέρα τὰ λαλοῦν, μὲ τ᾿ν ἀντρειὰ τὰ διώχνουν.
Χρόνια πολλά, καλὴ χρονιὰ στὸ σπίτι σας.
Παραδοσιακὰ πρωτοχρονιάτικα παινέματα Χίου
Καλησπερίζω φέρνοντας ἀγέρα μυρωμένο
ἀπ᾿ τ᾿ ἀφρισμένα κύματα χιλιοτραγουδισμένο.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι πού ῾ρθαμε πέτρα νὰ μὴ ραγίσῃ
κι ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ χρόνια πολλὰ νὰ ζήσῃ.
Ἅγιε μου Βασιλάκη μου καὶ Ἅγιε μου Νικόλα,
προστάτευε τοὺς ναυτικοὺς τὴν ὥρα τοῦ κυκλῶνα.
Χρόνια πολλά, νά ῾στε καλὰ κι ἐσεῖς καὶ οἱ δικοί σας,
νὰ ῾ρθοῦνε τὰ ξενάκια σας κι ὅλοι οἱ ναυτικοί σας.
Σὲ ὅλους σας εὐχόμαστε ἀγάπη, εἰρήνη, ὑγεία,
καλὴ καρδιά, χαμόγελο καὶ Θεία εὐλογία.
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά,
κι ἀρχὴ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου τοῦ μεγά- του μεγάλου Βασιλείου.
Βασίλη μ᾿ ἀπὸ ποῦ ῾ρχεσαι, κι ἀπὸ κι ἀπὸ ποῦ κατεβαίνεις
καὶ βαστᾶς, καὶ βαστᾶς ρόδα καὶ ραίνεις.
Κάτσε νὰ φᾷς, κάτσε νὰ πιῇς, κάτσε τὸν πόνο σου νὰ πῇς·
κάτσε, κάτσε νὰ τραγουδήσῃς καὶ νὰ μᾶς καλῶς ὁρίσῃς.
Κι ἔβγα, κι ἔβγα νὰ μᾶς κεράσῃς,
ποὺ νὰ ζῇς, ποὺ νὰ ζῇς καὶ νὰ γεράσῃς.
Καὶ τοῦ χρόνου!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Ἰκαρίας
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά·
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος, ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιος θρόνος.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὸν κάβο Πάπα,
βαστάει καὶ στὴν πλάτη του μία μαλλιαρὴ θυλάκα,
νὰ βάλει μέσα τὰ ψωμιά, τὶς τηγανίτες, τὰ λεφτά.
-Ἐσένα, ἀφέντη, πρέπει σου καρέκλα καρυδένια,
γιὰ ν᾿ ἀκουμπᾷς τὴ μέση σου τὴ μαργαριταρένια.
-Καὶ πάλι ξαναπρέπει σου, βάλε στραβὰ τὸ φέσι σου
καὶ δίπλα τὸ βρακί σου, γιὰ νὰ σκάσουν οἱ ἐχθροί σου.
-Πολλά ῾παμε τ᾿ ἀφέντη μας ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας.
-Κυρὰ ψηλή, κυρὰ λιγνή, κυρὰ τἀπανοφρύδα
ποὺ ἔχεις τὸν ἥλιο πρόσωπο καὶ τὸ φεγγάρι στῆθος,
καὶ τοῦ κοράκου τὰ φτερὰ τἄχεις τἀπανοφρύδια
ποὺ ὅταν λουστεῖς καὶ χτενιστεῖς καὶ πᾷς στὴν ἐκκλησιά σου
ἡ στράτα ρόδα γέμισε ἀπ᾿ τὴν περπατησιά σου.
-Πολλά ῾παμε καὶ τῆς κυρᾶς, ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης.
-Ἔχεις καὶ κόρην ὄμορφη, ποὺ δὲν ἔχει ἱστορία,
οὔτε στὴν Πόλη βρίσκεται, οὔτε στὴ Βενετία.
-Ἔχεις καὶ κόρη ὄμορφη, βάλ᾿τηνε στὸ ζεμπίλι
καὶ κρέμασέ τηνε ψηλά, νὰ μὴ τὴ φᾶν᾿ οἱ ψύλλοι.
-Πολλά ῾παμε, πολλά ῾παμε, μὰ δὲ μᾶς ἐκεράσατε,
κι ἂν ἀκόμα θὲ νὰ ποῦμε, βάλτε μας κρασὶ νὰ πιοῦμε.
-Ἐφάγαμε τὸν πετεινὸ, νὰ φᾶμε καὶ τὴν κότα
καὶ δῶστε μας τὸ φλουράκι μας, νὰ πᾶμε σ᾿ ἄλλη πόρτα!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Τριπόδων (Βίβλου) Νάξου
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά·
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος, ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιος θρόνος.
Ἀρχὴ ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστός, ἅγιος καὶ πνευματικός,
στὴ γῆ νὰ περπατήσει, καὶ νὰ μᾶς καλοκαρδίσει.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, κι ὅλους μᾶς καλοδέχεται,
ἀπὸ τὴν Καισαρεία, σύ ῾σ᾿ ἀρχόντισσα κυρία.
Βαστᾷ εἰκόνα καὶ χαρτί, ζαχαροκάντιο ζυμωτή,
χαρτὶ καὶ καλαμάρι, δὲς κι ἐμὲ τὸ παλικάρι.
Τὸ καλαμάρι ἔγραφε, τὴ μοίρα μου τὴν ἔγραφε,
καὶ τὸ χαρτὶ ὡμίλει, Ἅγιέ μου καλὲ Βασίλη.
Βασίλειε πόθεν ἔρχεσαι, καὶ δὲν μᾶς καταδέχεσαι,
καὶ πόθεν κατεβαίνεις, καὶ δὲν μᾶς ἐσυντυχαίνεις;
Ἀπὸ τῆς μάνας μ᾿ ἔρχομαι, μὰ ἐγὼ σᾶς καταδέχομαι,
καὶ στὸ σχολειό μου πάω, δὲ μοῦ λέτε τί νὰ κάμω.
Κάτσε νὰ φᾶς, κάτσε νὰ πιεῖς, κάτσε τὸν πόνο σου νὰ πεῖς,
κάτσε νὰ τραγουδήσεις, καὶ νὰ μᾶς καλοκαρδίσεις.
Μὰ ἐγὼ γράμματα μάθαινα, τραγούδια δὲν ἐμάθαινα,
τραγούδια δὲν ἠξεύρω, νά ᾿ρθω τζόγια μου νὰ σ᾿ εὕρω.
Κι ἂν δὲν ἠξεύρεις γράμματα, ἑλληνικὰ σπουδάγματα,
πές μας τὴν ἀλφαβήτα, πῶς ἐπέρναγες τὴ νύχτα.
Χλωρὸ ραβδί, ξερὸ ραβδί, ἄσπρο σταφύλι ροζακί,
χλωρὰ βλαστάρια πέφταν, ροδοκόκκινη βιολέτα.
Κι ἀπάνω στὰ βλαστάρια της καὶ στὰ περικλωνάρια της,
πέρδικες καλαηδοῦσαν, τζόγια μου καὶ σὲ ξυπνοῦσαν.
Δὲν ἦταν μόνο πέρδικες, γαρυφαλλιὲς λεβέντικες,
μόν᾿ καὶ περιστεράκια, μαῦρα μου γλυκὰ ματάκια.
Κατέβηκεν ἡ πέρδικα, ποὺ περπατεῖ λεβέντικα,
γιὰ νὰ βρέξει τὸ φτερό της, διατί τόση σκληρότης;
Καὶ βρέχει τὸν ἀφέντη μας, τὸν μπέη, τὸν λεβέντη μας,
τὸν πολυχρονεμένο, καὶ στὸν κόσμο ξακουσμένο.
Πολλὰ εἴπαμε τ᾿ἀφέντη μας, ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας:
Κυρὰ μαρμαροτράχηλη, καὶ βλασταρολαιμοῦσα,
ὅταν σὲ γέννα ἡ μάνα σου, ὅλα τὰ δέντρα ἀνθοῦσαν·
καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ ποταμοῦ, κι ἐκεῖνα κελαηδοῦσαν.
Πολλὰ εἴπαμε καὶ τῆς κυρᾶς, ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης:
Ἂν ἔχεις κόρη ἔμορφη, γραμματικὸς τὴν θέλει.
Ἂν εἶναι καὶ γραμματικός, πολλὰ προικιὰ γυρεύει.
Γυρεύει ἀμπέλια ἀτρύγητα, κι ἀμπέλια τρυγημένα·
γυρεύει καὶ τὴ θάλασσα μὲ ὅλα τὰ καράβια·
γυρεύει καὶ τὸν κὺρ-Βοριᾶ, νὰ τὰ καλαρμενίζει.
Πολλὰ εἴπαμε τῆς κόρης μας, ἂς ποῦμε καὶ τοῦ γιοῦ μας:
Ἂν ἔχεις γιὸ στὰ γράμματα, καὶ πιάσει τὸ ψαλτήρι,
νὰ τὸν ἀξιώσει ὁ Θεός, νὰ βάλει πετραχήλι.
Πολλὰ εἴπαμε καὶ τοῦ υἱοῦ, ἂς ποῦμε καὶ τῆς δούλας:
Ἂν ἔχεις δούλα ἔμορφη, καὶ βγεῖ νὰ μᾶς κεράσει,
νὰ τῆς εὐχηθοῦμε ὅλοι μας,
νὰ ζήσει, νὰ γεράσει, καὶ ψωμὶ (2) νὰ μὴ χορτάσει!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κρήτης
Ταχειὰ-ταχειὰ ῾ν᾿ ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου,
αὔριο ξημερώνεται τ᾿ ἁγίου Βασιλείου.
Πρῶτα ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστός,
-ἅγιος καὶ πνευματικός-
στὴ γῆ νὰ περπατήσει,
ἐβγῆκε καὶ χαιρέτησε ὅλους τοὺς ζευγολάτες.
Τὸν πρῶτο ποὺ χαιρέτησε ἦτον Ἅγιο Βασίλης
-Καλῶς τὰ κάνεις Βασιλειό, καλὸν ζευγάριν ἔχεις.
-Καλὸ τὸ λὲς ἀφέντη μου, καλὸ καὶ εὐλογημένο,
ποὺ τὸ ῾βλογᾶ ἡ χάρη σου μὲ τὸ δεξιό σου χέρι,
μὲ τὸ δεξιό, μὲ τὸ ζερβό, μὲ τὸ μαλαματένιο.
-Γιὰ πές μου Ἅη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις;
-Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε
ταὴ καὶ ρόβι δεκαοχτὼ κι ἀπὸ νωρὶς στὸ στάβλο.
Ἐθέρισα κι ἁλώνεψα κι ἔκαμα χίλια μόδια
και τὰ κορκοσκινίσματα χίλια καὶ πεντακόσια.
Ματ᾿ ἄλλα δὲν ἐμέτρησα γιατί Χριστὸς ἐπέρνα.
Καὶ κειὰ ποὺ στάθην᾿ ὁ Χριστὸς χρυσὸν δεντρὶν ἐβγῆκεν,
καὶ κειὰ ποὺ μεταπάτησε χρυσὸ κυπαρισσάκι
ποὖχε στὴν μέση τὸν σταυρὸ καὶ στὴν κορφὴ τὴν βρύση.
Στὰ μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
-Κακάριζε κακάριζε πέρδικα κορωνάτη,
μὰ ἐπὰ τὸν ἔχουν τὸν ὑγιό, τὸ μοσχοκανακάρη..
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κερκύρας
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, πρώτη τοῦ Γεναρίου.
Αὔριο ξημερώνεται τ᾿ Ἁγίου Βασιλείου.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὴν Καισαρεία.
Βαστάει εἰκόνα καὶ χαρτί, χαρτὶ καὶ καλαμάρι.
Τὸ καλαμάρι ἔγραφε καὶ τὸ χαρτὶ μιλοῦσε!
- Βασίλη πόθεν ἔρχεσαι καὶ πόθε κατεβαίνεις;
- Ἀπὸ τὴ μάνα μ᾿ ἔρχομαι καὶ στὸ σχολειὸ πηγαίνω,
νὰ μάθω τ᾿ ἅγια γράμματα καὶ τ᾿ ἅγιο Εὐαγγέλιο!
Σ᾿ αὐτὴν τὴν πόρτα πού ῾ρθαμε, πέτρα νὰ μὴ ραγίσει,
κι ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ,χρόνια πολλὰ νὰ ζήσει!
Νὰ ζήσει χρόνους ἑκατὸ καὶ νὰ τοὺς ἀπεράσει,
καὶ στῶν παιδιῶν του τὶς χαρὲς κουφέτα νὰ μοιράσει!
Κυρὰ χρυσή, κυρ᾿ ἀργυρή, κυρὰ μαλαματένια,
ποὺ σὲ χτενίζουν ἄγγελοι μὲ τὰ χρυσά τους χτένια,
ἄνοιξε τὸ πουγκάκι σου τὸ μαργαριταρένιο,
καὶ δῶσε μ᾿ ἕνα τάλληρο, ἂς εἶναι κι ἀσημένιο!
Καὶ τώρα καληνύχτα σας, καλὸ ξημέρωμά σας,
κι ὁ Ἅγιος Βασίλειος νἆναι βοήθειά σας.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κεφαλλονιᾶς
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, Γενάρης ξημερώνει!
Ὁ μῆνας ποὺ μᾶς ἔρχεται, τὸ χρόνο φανερώνει.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Τὴν ἄδεια σας γυρεύουμε στὸ σπίτι σας νὰ μποῦμε!
Τὸν Ἅγιο μὲ ὄργανα, καὶ μὲ φωνὲς νὰ ποῦμε.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Ἐκοίταξα στὸν οὐρανὸ καὶ εἶδα δυὸ λαμπάδες!
καὶ μὲ τὸ καλωσόρισμα, καλές σας ἑορτάδες.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Καὶ πάλι ξανακοίταξα καὶ εἶδα δυὸ στεφάνια!
Καὶ μὲ τὸ καληνύχτισμα, καλά σας Θεοφάνεια.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Ζακύνθου
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος!
Ὑγεία ἀγάπη καὶ χαρὰ νὰ φέρει ὁ νέος χρόνος! (δίς)
Νὰ ζήσει ὁ κύρης ὁ καλὸς νὰ ζήσει κι ἡ κυρά του!
Ὅλα του κόσμου τ᾿ ἀγαθὰ νὰ ἔχει ἡ φαμελιά του! (δίς)
Νὰ ζήσει τ᾿ ἀρχοντόπουλο ποὔχει καρδιὰ μεγάλη!
Σ᾿ ἐμᾶς καὶ τὴν παρέα μας ἕνα φλουρὶ νὰ βάλει... (δίς)
Ποντιακά Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
Αρχή κάλαντα (κι αρχή του χρόνου – δις)
Πάντα Κάλαντα, (πάντα του χρόνου-δις)
Αρχή μήλον έν’ (κι αρχή κυδών έν’-δις)
Αρχή μήλο είναι κι αρχή κυδώνι είναι
Κι αρχή βάλσαμον (το μυριγμένον-δις)
κι αρχή βάλσαμο το ευωδιαστό
Εμυρίστεν ατο (ο κόσμος όλεν-δις)
Το μύρισε ο κόσμος όλος
Για μυρίστ’ ατο κι εσύ αφέντα – καλέ μ’ αφέντα
Μύρισέ το κι εσύ αφέντη – καλέ μου αφέντη
Έρθαν καλά παιδία ’ς σην πόρταν – και ξαν ’ς σην πόρτα σ’
Ήρθαν καλά παιδιά στην πόρτα σου και πάλι στην πόρτα σου
Άψον το κερί σ’ (κι έλα ’ς σην πόρτα σ’-δις)
Άναψε το κερί σου κι έλα στην πόρτα
Χα μηλόπα, χα ξερά τζιρόπα – ξερά τζιρόπα
Να μηλάκια, να ξερά αχλαδάκια – ξερά αχλαδάκια
Χα ξερά, μαύρα κοκκυμελόπα – κοκκυμελόπα
Να ξερά, μαύρα δαμασκηνάκια – δαμασκηνάκια
«
«Στο σπίτι ἐτοῦτο ποὔρθαμε τοῦ πλουσιονοικοκύρη
ν᾿ ἀνοίξουνε οἱ πόρτες του νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος μέσα
νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος κι ἡ χαρὰ κι ἡ ποθητὴ εἰρήνη
καὶ νὰ γεμίσουν τὰ σταμνιὰ μέλι, κρασὶ καὶ λάδι
κι ἡ σκάφη τοῦ ζυμώματος μὲ φουσκωτὸ ζυμάρι».
Γενικά αγαπώ πολύ τα κάλαντα όμως αυτά που ξεχωρίζω είναι της Κάτω Ιταλίας
Arte pu ettasa ettu sti massaria
ivloo tin porta ce to limbitari
ivloo ti mmana c' ola ta pedia
apoi to ciuri pu ene o generali.
Apoi' vo vloo ce to merciali
ti ccazza, ti skutedda, to rotuli
ce tis varti, varti merci na cai
irtame na tis kanome allegria.
Oria pune ta spiddia fabricata
Orrie tes porte mola ta klidia
Ka i patruna pu ne mia fata
Irtame na tis kanome allegria.
Irtame na sas ferme tin astrina
coriliana pu ti mate se tolo
e na mas doki presto ma to prima
irtame na sas ferme tin astrina.
Ἀστέρι
Μόλις ποὺ φτάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι
εὐλογῶ τὴν πόρτα καὶ τὸ κατώφλι
εὐλογῶ τὴ μάνα καὶ ὅλα τὰ παιδία
καὶ τὸν κύρη ποὺ εἶναι ὁ ἀρχηγός.
Ἀκόμη εὐλογῶ καὶ τὸ τσουκάλι
τὴ χύτρα, τὴν κουτάλα, τὸν τρίφτη,
ποὺ ἐκεῖ γίνεται τὸ τυρί, νά γιατί
ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὴ χαρά.
Ὡραῖα πού ῾ναι τὰ σπίτια φτιαγμένα
ὡραῖες οἱ πόρτες μ᾿ ὅλα τὰ κλειδία
καὶ ἡ κυρὰ πού ῾ναι μία νεράιδα
ἤρθαμε νὰ τῆς φέρουμε τὴ χαρά.
Ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὸ ἀστέρι
ἀπὸ τὸ Κοριλιάνο
καὶ νὰ μᾶς δώσετε γρήγορα μπουναμᾶ
Ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὸ ἀστέρι.
Μόλις ποὺ φτάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι
εὐλογῶ τὴν πόρτα καὶ τὸ κατώφλι
εὐλογῶ τὴ μάνα καὶ ὅλα τὰ παιδία
καὶ τὸν κύρη ποὺ εἶναι ὁ ἀρχηγός.
Ἀκόμη εὐλογῶ καὶ τὸ τσουκάλι
τὴ χύτρα, τὴν κουτάλα, τὸν τρίφτη,
ποὺ ἐκεῖ γίνεται τὸ τυρί, νά γιατί
ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὴ χαρά.
Ὡραῖα πού ῾ναι τὰ σπίτια φτιαγμένα
ὡραῖες οἱ πόρτες μ᾿ ὅλα τὰ κλειδία
καὶ ἡ κυρὰ πού ῾ναι μία νεράιδα
ἤρθαμε νὰ τῆς φέρουμε τὴ χαρά.
Ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὸ ἀστέρι
ἀπὸ τὸ Κοριλιάνο
καὶ νὰ μᾶς δώσετε γρήγορα μπουναμᾶ
Ἤρθαμε νὰ σᾶς φέρουμε τὸ ἀστέρι.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Μακεδονίας
Ἦρθε πάλι νέο ἔτος εἰς τὴν πρώτη του μηνός,
ἦρθα νὰ σᾶς χαιρετήσω, δοῦλος σας ὁ ταπεινός.
Ὁ Βασίλειος ὁ Μέγας, ἱεράρχης θαυμαστός,
εἰς τὴν οἰκογένειά σας νἄναι πάντα βοηθός.
Τὰ παιδιὰ εἰς τὸ σχολεῖο νὰ πηγαίνουνε συχνά,
νὰ μαθαίνουνε τὸ βίο, τῆς πατρίδας τὰ ἱερά.
Καὶ γιὰ τοὺς ξενιτεμένους ἔχω νὰ σᾶς πῶ πολλά,
σᾶς ἀφήνω «καληνύχτα», καὶ τοῦ χρόνου μὲ ὑγειά.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Δυτικῆς Μακεδονίας
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, Γενάρης ξημερώνει,
σὰ φέτος καὶ τοῦ χρόνου.
Ἐδῶ σὲ τούτην τὴν αὐλή, στὸ μαρμαροστρωμένο,
ἐδῶ ῾χουν χίλια πρόβατα καὶ δυὸ χιλιάδες γίδια.
Σὰν τὰ μυρμήγκια περπατοῦν, σὰν τὰ μελίσσια πᾶνε,
μὲ τὴ φλογέρα τὰ λαλοῦν, μὲ τ᾿ν ἀντρειὰ τὰ διώχνουν.
Χρόνια πολλά, καλὴ χρονιὰ στὸ σπίτι σας.
Παραδοσιακὰ πρωτοχρονιάτικα παινέματα Χίου
Καλησπερίζω φέρνοντας ἀγέρα μυρωμένο
ἀπ᾿ τ᾿ ἀφρισμένα κύματα χιλιοτραγουδισμένο.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι πού ῾ρθαμε πέτρα νὰ μὴ ραγίσῃ
κι ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ χρόνια πολλὰ νὰ ζήσῃ.
Ἅγιε μου Βασιλάκη μου καὶ Ἅγιε μου Νικόλα,
προστάτευε τοὺς ναυτικοὺς τὴν ὥρα τοῦ κυκλῶνα.
Χρόνια πολλά, νά ῾στε καλὰ κι ἐσεῖς καὶ οἱ δικοί σας,
νὰ ῾ρθοῦνε τὰ ξενάκια σας κι ὅλοι οἱ ναυτικοί σας.
Σὲ ὅλους σας εὐχόμαστε ἀγάπη, εἰρήνη, ὑγεία,
καλὴ καρδιά, χαμόγελο καὶ Θεία εὐλογία.
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά,
κι ἀρχὴ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου τοῦ μεγά- του μεγάλου Βασιλείου.
Βασίλη μ᾿ ἀπὸ ποῦ ῾ρχεσαι, κι ἀπὸ κι ἀπὸ ποῦ κατεβαίνεις
καὶ βαστᾶς, καὶ βαστᾶς ρόδα καὶ ραίνεις.
Κάτσε νὰ φᾷς, κάτσε νὰ πιῇς, κάτσε τὸν πόνο σου νὰ πῇς·
κάτσε, κάτσε νὰ τραγουδήσῃς καὶ νὰ μᾶς καλῶς ὁρίσῃς.
Κι ἔβγα, κι ἔβγα νὰ μᾶς κεράσῃς,
ποὺ νὰ ζῇς, ποὺ νὰ ζῇς καὶ νὰ γεράσῃς.
Καὶ τοῦ χρόνου!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Ἰκαρίας
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά·
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος, ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιος θρόνος.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὸν κάβο Πάπα,
βαστάει καὶ στὴν πλάτη του μία μαλλιαρὴ θυλάκα,
νὰ βάλει μέσα τὰ ψωμιά, τὶς τηγανίτες, τὰ λεφτά.
-Ἐσένα, ἀφέντη, πρέπει σου καρέκλα καρυδένια,
γιὰ ν᾿ ἀκουμπᾷς τὴ μέση σου τὴ μαργαριταρένια.
-Καὶ πάλι ξαναπρέπει σου, βάλε στραβὰ τὸ φέσι σου
καὶ δίπλα τὸ βρακί σου, γιὰ νὰ σκάσουν οἱ ἐχθροί σου.
-Πολλά ῾παμε τ᾿ ἀφέντη μας ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας.
-Κυρὰ ψηλή, κυρὰ λιγνή, κυρὰ τἀπανοφρύδα
ποὺ ἔχεις τὸν ἥλιο πρόσωπο καὶ τὸ φεγγάρι στῆθος,
καὶ τοῦ κοράκου τὰ φτερὰ τἄχεις τἀπανοφρύδια
ποὺ ὅταν λουστεῖς καὶ χτενιστεῖς καὶ πᾷς στὴν ἐκκλησιά σου
ἡ στράτα ρόδα γέμισε ἀπ᾿ τὴν περπατησιά σου.
-Πολλά ῾παμε καὶ τῆς κυρᾶς, ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης.
-Ἔχεις καὶ κόρην ὄμορφη, ποὺ δὲν ἔχει ἱστορία,
οὔτε στὴν Πόλη βρίσκεται, οὔτε στὴ Βενετία.
-Ἔχεις καὶ κόρη ὄμορφη, βάλ᾿τηνε στὸ ζεμπίλι
καὶ κρέμασέ τηνε ψηλά, νὰ μὴ τὴ φᾶν᾿ οἱ ψύλλοι.
-Πολλά ῾παμε, πολλά ῾παμε, μὰ δὲ μᾶς ἐκεράσατε,
κι ἂν ἀκόμα θὲ νὰ ποῦμε, βάλτε μας κρασὶ νὰ πιοῦμε.
-Ἐφάγαμε τὸν πετεινὸ, νὰ φᾶμε καὶ τὴν κότα
καὶ δῶστε μας τὸ φλουράκι μας, νὰ πᾶμε σ᾿ ἄλλη πόρτα!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Τριπόδων (Βίβλου) Νάξου
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά·
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος, ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιος θρόνος.
Ἀρχὴ ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστός, ἅγιος καὶ πνευματικός,
στὴ γῆ νὰ περπατήσει, καὶ νὰ μᾶς καλοκαρδίσει.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, κι ὅλους μᾶς καλοδέχεται,
ἀπὸ τὴν Καισαρεία, σύ ῾σ᾿ ἀρχόντισσα κυρία.
Βαστᾷ εἰκόνα καὶ χαρτί, ζαχαροκάντιο ζυμωτή,
χαρτὶ καὶ καλαμάρι, δὲς κι ἐμὲ τὸ παλικάρι.
Τὸ καλαμάρι ἔγραφε, τὴ μοίρα μου τὴν ἔγραφε,
καὶ τὸ χαρτὶ ὡμίλει, Ἅγιέ μου καλὲ Βασίλη.
Βασίλειε πόθεν ἔρχεσαι, καὶ δὲν μᾶς καταδέχεσαι,
καὶ πόθεν κατεβαίνεις, καὶ δὲν μᾶς ἐσυντυχαίνεις;
Ἀπὸ τῆς μάνας μ᾿ ἔρχομαι, μὰ ἐγὼ σᾶς καταδέχομαι,
καὶ στὸ σχολειό μου πάω, δὲ μοῦ λέτε τί νὰ κάμω.
Κάτσε νὰ φᾶς, κάτσε νὰ πιεῖς, κάτσε τὸν πόνο σου νὰ πεῖς,
κάτσε νὰ τραγουδήσεις, καὶ νὰ μᾶς καλοκαρδίσεις.
Μὰ ἐγὼ γράμματα μάθαινα, τραγούδια δὲν ἐμάθαινα,
τραγούδια δὲν ἠξεύρω, νά ᾿ρθω τζόγια μου νὰ σ᾿ εὕρω.
Κι ἂν δὲν ἠξεύρεις γράμματα, ἑλληνικὰ σπουδάγματα,
πές μας τὴν ἀλφαβήτα, πῶς ἐπέρναγες τὴ νύχτα.
Χλωρὸ ραβδί, ξερὸ ραβδί, ἄσπρο σταφύλι ροζακί,
χλωρὰ βλαστάρια πέφταν, ροδοκόκκινη βιολέτα.
Κι ἀπάνω στὰ βλαστάρια της καὶ στὰ περικλωνάρια της,
πέρδικες καλαηδοῦσαν, τζόγια μου καὶ σὲ ξυπνοῦσαν.
Δὲν ἦταν μόνο πέρδικες, γαρυφαλλιὲς λεβέντικες,
μόν᾿ καὶ περιστεράκια, μαῦρα μου γλυκὰ ματάκια.
Κατέβηκεν ἡ πέρδικα, ποὺ περπατεῖ λεβέντικα,
γιὰ νὰ βρέξει τὸ φτερό της, διατί τόση σκληρότης;
Καὶ βρέχει τὸν ἀφέντη μας, τὸν μπέη, τὸν λεβέντη μας,
τὸν πολυχρονεμένο, καὶ στὸν κόσμο ξακουσμένο.
Πολλὰ εἴπαμε τ᾿ἀφέντη μας, ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας:
Κυρὰ μαρμαροτράχηλη, καὶ βλασταρολαιμοῦσα,
ὅταν σὲ γέννα ἡ μάνα σου, ὅλα τὰ δέντρα ἀνθοῦσαν·
καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ ποταμοῦ, κι ἐκεῖνα κελαηδοῦσαν.
Πολλὰ εἴπαμε καὶ τῆς κυρᾶς, ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης:
Ἂν ἔχεις κόρη ἔμορφη, γραμματικὸς τὴν θέλει.
Ἂν εἶναι καὶ γραμματικός, πολλὰ προικιὰ γυρεύει.
Γυρεύει ἀμπέλια ἀτρύγητα, κι ἀμπέλια τρυγημένα·
γυρεύει καὶ τὴ θάλασσα μὲ ὅλα τὰ καράβια·
γυρεύει καὶ τὸν κὺρ-Βοριᾶ, νὰ τὰ καλαρμενίζει.
Πολλὰ εἴπαμε τῆς κόρης μας, ἂς ποῦμε καὶ τοῦ γιοῦ μας:
Ἂν ἔχεις γιὸ στὰ γράμματα, καὶ πιάσει τὸ ψαλτήρι,
νὰ τὸν ἀξιώσει ὁ Θεός, νὰ βάλει πετραχήλι.
Πολλὰ εἴπαμε καὶ τοῦ υἱοῦ, ἂς ποῦμε καὶ τῆς δούλας:
Ἂν ἔχεις δούλα ἔμορφη, καὶ βγεῖ νὰ μᾶς κεράσει,
νὰ τῆς εὐχηθοῦμε ὅλοι μας,
νὰ ζήσει, νὰ γεράσει, καὶ ψωμὶ (2) νὰ μὴ χορτάσει!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κρήτης
Ταχειὰ-ταχειὰ ῾ν᾿ ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου,
αὔριο ξημερώνεται τ᾿ ἁγίου Βασιλείου.
Πρῶτα ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστός,
-ἅγιος καὶ πνευματικός-
στὴ γῆ νὰ περπατήσει,
ἐβγῆκε καὶ χαιρέτησε ὅλους τοὺς ζευγολάτες.
Τὸν πρῶτο ποὺ χαιρέτησε ἦτον Ἅγιο Βασίλης
-Καλῶς τὰ κάνεις Βασιλειό, καλὸν ζευγάριν ἔχεις.
-Καλὸ τὸ λὲς ἀφέντη μου, καλὸ καὶ εὐλογημένο,
ποὺ τὸ ῾βλογᾶ ἡ χάρη σου μὲ τὸ δεξιό σου χέρι,
μὲ τὸ δεξιό, μὲ τὸ ζερβό, μὲ τὸ μαλαματένιο.
-Γιὰ πές μου Ἅη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις;
-Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε
ταὴ καὶ ρόβι δεκαοχτὼ κι ἀπὸ νωρὶς στὸ στάβλο.
Ἐθέρισα κι ἁλώνεψα κι ἔκαμα χίλια μόδια
και τὰ κορκοσκινίσματα χίλια καὶ πεντακόσια.
Ματ᾿ ἄλλα δὲν ἐμέτρησα γιατί Χριστὸς ἐπέρνα.
Καὶ κειὰ ποὺ στάθην᾿ ὁ Χριστὸς χρυσὸν δεντρὶν ἐβγῆκεν,
καὶ κειὰ ποὺ μεταπάτησε χρυσὸ κυπαρισσάκι
ποὖχε στὴν μέση τὸν σταυρὸ καὶ στὴν κορφὴ τὴν βρύση.
Στὰ μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
-Κακάριζε κακάριζε πέρδικα κορωνάτη,
μὰ ἐπὰ τὸν ἔχουν τὸν ὑγιό, τὸ μοσχοκανακάρη..
Ἑτέρα ἐκδοχὴ Ρεθύμνης
Ταχειὰ- ταχειὰ ῾ν᾿ Ἀρχιμηνιά, ταχειὰ ῾ν᾿ ἀρχὴ τοῦ χρόνου,
ἀρχὴ ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστὸς στὴ γῆ νὰ περπατήξει.
Κι ἐκειὰ ποὺ πρωτοπάτησε χρυσὸ δεντρὶ ἐβγῆκε,
χρυσὸ δεντρί, χρυσὸ βαγί, χρυσὸ κυπαρισσάκι.
Χρυσᾶ ῾ταν τὰ κλωνάρια-ν-του κι ὁλάργυρη ἡ κορφή-ν-του
καὶ κάτω στὴ ριζίτσα-ν-του γράμματα ἦσαν γραμμένα.
Δασκάλοι τ᾿ ἀναγνώθουνε, διάκοι κανοναρχοῦν τα
καὶ τὰ μικρὰ διακόπουλα στέκουν καὶ συντηροῦν τα.
Κι ὁ ἥλιος ἁποὺ πρόβαλε στσ᾿ Ἀνατολῆς τὰ μέρη
παίρνει τα καὶ πηγαίνει τα, κάτω στὸ περιγιάλι.
Βρίσκουν ἐκειὰ τὸ Βασιλειὸ ἁποὺ ῾κανε ζευγάρι.
Καλῶς τὰ πᾶς Βασίλειε, καλὸ ζευγάρι ἔχεις!
Καλὸ τὸ λὲς ἀφέντη μου, καλὸ κι εὐλογημένο,
ἀφοῦ τὸ βλόγησ᾿ ὁ Χριστὸς μὲ τὸ δεξό-ν-του χέρι,
μὲ τὸ δεξό, μὲ τὸ ζερβό, μὲ τὸ μαλαματένιο.
Πές μας νὰ ζήσεις Βασιλειό, πόσα μουζούρια σπέρνεις;
Σπέρνω σταράκι δώδεκα, μουζούρια δεκαπέντε,
ταγὴ καὶ ρόβι δεκοχτὼ κι ἀπὸ νωρὶς στὸ στάβλο.
Ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, χρυσή μου περιστέρα,
ἀνοίξετε τὴ-ν–πόρτα σας νὰ ποῦμε καλησπέρα.
Ἐπᾶ ποὺ καλαντίσαμε, καλὰ πλερώσετέ μας,
καλὰ νά ῾ναι τὰ τέλη σας καὶ τ᾿ ἀποδέματά σας.
Πάνω ἀπ᾿ τὴν πόρτα σας ὁ Θιός, γράφει τὴν ἀλφαβήτα,
τώρα μισεύγομε κι ἐμεῖς καὶ λέμε καληνύχτα!
Καλὴ χρονιὰ καὶ εἰς ἔτη πολλά!
Ταχειὰ- ταχειὰ ῾ν᾿ Ἀρχιμηνιά, ταχειὰ ῾ν᾿ ἀρχὴ τοῦ χρόνου,
ἀρχὴ ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστὸς στὴ γῆ νὰ περπατήξει.
Κι ἐκειὰ ποὺ πρωτοπάτησε χρυσὸ δεντρὶ ἐβγῆκε,
χρυσὸ δεντρί, χρυσὸ βαγί, χρυσὸ κυπαρισσάκι.
Χρυσᾶ ῾ταν τὰ κλωνάρια-ν-του κι ὁλάργυρη ἡ κορφή-ν-του
καὶ κάτω στὴ ριζίτσα-ν-του γράμματα ἦσαν γραμμένα.
Δασκάλοι τ᾿ ἀναγνώθουνε, διάκοι κανοναρχοῦν τα
καὶ τὰ μικρὰ διακόπουλα στέκουν καὶ συντηροῦν τα.
Κι ὁ ἥλιος ἁποὺ πρόβαλε στσ᾿ Ἀνατολῆς τὰ μέρη
παίρνει τα καὶ πηγαίνει τα, κάτω στὸ περιγιάλι.
Βρίσκουν ἐκειὰ τὸ Βασιλειὸ ἁποὺ ῾κανε ζευγάρι.
Καλῶς τὰ πᾶς Βασίλειε, καλὸ ζευγάρι ἔχεις!
Καλὸ τὸ λὲς ἀφέντη μου, καλὸ κι εὐλογημένο,
ἀφοῦ τὸ βλόγησ᾿ ὁ Χριστὸς μὲ τὸ δεξό-ν-του χέρι,
μὲ τὸ δεξό, μὲ τὸ ζερβό, μὲ τὸ μαλαματένιο.
Πές μας νὰ ζήσεις Βασιλειό, πόσα μουζούρια σπέρνεις;
Σπέρνω σταράκι δώδεκα, μουζούρια δεκαπέντε,
ταγὴ καὶ ρόβι δεκοχτὼ κι ἀπὸ νωρὶς στὸ στάβλο.
Ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, χρυσή μου περιστέρα,
ἀνοίξετε τὴ-ν–πόρτα σας νὰ ποῦμε καλησπέρα.
Ἐπᾶ ποὺ καλαντίσαμε, καλὰ πλερώσετέ μας,
καλὰ νά ῾ναι τὰ τέλη σας καὶ τ᾿ ἀποδέματά σας.
Πάνω ἀπ᾿ τὴν πόρτα σας ὁ Θιός, γράφει τὴν ἀλφαβήτα,
τώρα μισεύγομε κι ἐμεῖς καὶ λέμε καληνύχτα!
Καλὴ χρονιὰ καὶ εἰς ἔτη πολλά!
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κερκύρας
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, πρώτη τοῦ Γεναρίου.
Αὔριο ξημερώνεται τ᾿ Ἁγίου Βασιλείου.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὴν Καισαρεία.
Βαστάει εἰκόνα καὶ χαρτί, χαρτὶ καὶ καλαμάρι.
Τὸ καλαμάρι ἔγραφε καὶ τὸ χαρτὶ μιλοῦσε!
- Βασίλη πόθεν ἔρχεσαι καὶ πόθε κατεβαίνεις;
- Ἀπὸ τὴ μάνα μ᾿ ἔρχομαι καὶ στὸ σχολειὸ πηγαίνω,
νὰ μάθω τ᾿ ἅγια γράμματα καὶ τ᾿ ἅγιο Εὐαγγέλιο!
Σ᾿ αὐτὴν τὴν πόρτα πού ῾ρθαμε, πέτρα νὰ μὴ ραγίσει,
κι ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ,χρόνια πολλὰ νὰ ζήσει!
Νὰ ζήσει χρόνους ἑκατὸ καὶ νὰ τοὺς ἀπεράσει,
καὶ στῶν παιδιῶν του τὶς χαρὲς κουφέτα νὰ μοιράσει!
Κυρὰ χρυσή, κυρ᾿ ἀργυρή, κυρὰ μαλαματένια,
ποὺ σὲ χτενίζουν ἄγγελοι μὲ τὰ χρυσά τους χτένια,
ἄνοιξε τὸ πουγκάκι σου τὸ μαργαριταρένιο,
καὶ δῶσε μ᾿ ἕνα τάλληρο, ἂς εἶναι κι ἀσημένιο!
Καὶ τώρα καληνύχτα σας, καλὸ ξημέρωμά σας,
κι ὁ Ἅγιος Βασίλειος νἆναι βοήθειά σας.
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κεφαλλονιᾶς
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται, Γενάρης ξημερώνει!
Ὁ μῆνας ποὺ μᾶς ἔρχεται, τὸ χρόνο φανερώνει.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Τὴν ἄδεια σας γυρεύουμε στὸ σπίτι σας νὰ μποῦμε!
Τὸν Ἅγιο μὲ ὄργανα, καὶ μὲ φωνὲς νὰ ποῦμε.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Ἐκοίταξα στὸν οὐρανὸ καὶ εἶδα δυὸ λαμπάδες!
καὶ μὲ τὸ καλωσόρισμα, καλές σας ἑορτάδες.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Καὶ πάλι ξανακοίταξα καὶ εἶδα δυὸ στεφάνια!
Καὶ μὲ τὸ καληνύχτισμα, καλά σας Θεοφάνεια.
Τρα λα λα λα λα λα λα λα λα
Τρα λα λα λα λα λα λα λα
Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Ζακύνθου
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος!
Ὑγεία ἀγάπη καὶ χαρὰ νὰ φέρει ὁ νέος χρόνος! (δίς)
Νὰ ζήσει ὁ κύρης ὁ καλὸς νὰ ζήσει κι ἡ κυρά του!
Ὅλα του κόσμου τ᾿ ἀγαθὰ νὰ ἔχει ἡ φαμελιά του! (δίς)
Νὰ ζήσει τ᾿ ἀρχοντόπουλο ποὔχει καρδιὰ μεγάλη!
Σ᾿ ἐμᾶς καὶ τὴν παρέα μας ἕνα φλουρὶ νὰ βάλει... (δίς)
Ποντιακά Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
Αρχή κάλαντα (κι αρχή του χρόνου – δις)
Πάντα Κάλαντα, (πάντα του χρόνου-δις)
Αρχή μήλον έν’ (κι αρχή κυδών έν’-δις)
Αρχή μήλο είναι κι αρχή κυδώνι είναι
Κι αρχή βάλσαμον (το μυριγμένον-δις)
κι αρχή βάλσαμο το ευωδιαστό
Εμυρίστεν ατο (ο κόσμος όλεν-δις)
Το μύρισε ο κόσμος όλος
Για μυρίστ’ ατο κι εσύ αφέντα – καλέ μ’ αφέντα
Μύρισέ το κι εσύ αφέντη – καλέ μου αφέντη
Έρθαν καλά παιδία ’ς σην πόρταν – και ξαν ’ς σην πόρτα σ’
Ήρθαν καλά παιδιά στην πόρτα σου και πάλι στην πόρτα σου
Άψον το κερί σ’ (κι έλα ’ς σην πόρτα σ’-δις)
Άναψε το κερί σου κι έλα στην πόρτα
Χα μηλόπα, χα ξερά τζιρόπα – ξερά τζιρόπα
Να μηλάκια, να ξερά αχλαδάκια – ξερά αχλαδάκια
Χα ξερά, μαύρα κοκκυμελόπα – κοκκυμελόπα
Να ξερά, μαύρα δαμασκηνάκια – δαμασκηνάκια
Λύσον την κεσέ σ’ και δος παράδας και δος παράδας
Κι αν ανοί’ς μας, χαρά σην πόρτας σ’,χαρά σην πόρτα σ’.
Θησαυρός πραγματικός η ανάρτησή σου Κλαυδία μου. Πόσα έμαθα...πόσο ενδιαφέροντα όλα αυτά!!!Καλά να περάσεις σήμερα και να υποδεχθείς ένα γενναιόδωρο 2020
ΑπάντησηΔιαγραφήTo πόσο αγαπώ τα κάλαντα, Κλαύδιά μου, δεν λέγεται! Αγαπώ ιδιαίτερα τα παραδοσιακά, πατροπαράδοτα κάλαντα που υπάρχουν στις διάφορες γωνιές του τόπου μας. Ευχαριστούμε για τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες. ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ, φίλη μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι του χρόνου να είσαι καλά να μας τα ξαναπείς Κλαυδία μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΛαογραφικός θησαυρός σήμερα η ανάρτησή σου. Καλή χρονιά αγαπητή μου φίλη με κάθε τι καλό.
Πολλά απ' αυτά δεν τα ήξερα καν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι είναι τόσο ιδιαίτερα και με ιστορική αξία.
Πρωτοχρονιάτικες ευχές απ' την καρδιά μου, Κλαυδία μου!
Υγεία, αγάπη και γαλήνη στην οικογένειά σας 😘
Καλή χρονιά και του χρόνου με υγεία Κλαύδια μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε που μας μεταφέρεις τόσες πολλές γνώσεις.
Χάρη σε σένα μαθαίνουμε κι εμείς απίστευτα πράγματα.
Να είσαι καλά και φιλάκια πολλά
Καλή χρονιά Κλαυδία μου!❤
ΑπάντησηΔιαγραφήΩωωωω εξαιρετική ανάρτηση !!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια πολλά και πολλά φιλιά !!!!
Συλλεκτικό κομμάτι η ανάρτησή σου Κλαυδία μου!! Τόσες πληροφορίες!! Σ'ευχαριστώ πολυ. Την κράτησα στις αγαπημένες μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣου ευχομαι ο Νέος Χρόνος να σου δίνει υγεία και όλα τα καλά που επιθυμείς!!
Ήρθα να σου απιθώσω το μποναμά μου για τα όμορφα κάλαντα, τις ευχές μου για μια πανέμορφη χρονιά, με υγεία και αγάπη χωρίς άγχος και βάσανα, και τα φιλιά μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή και ευλογημένη χρονιά με υγεία ,αγάπη και ευημερία!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια Πολλά!!!
Ευτυχώς που δεν με άφηναν να τα λέω όλα και με σταματούσαν ... ευτυχώς γιατί δεν τα ήξερα ποτέ όλα τα λόγια !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή χρονιά :)
Τόσα πολλά κάλαντα!!!! Τι ωραία που μας τα παρουσίασες, Κλαυδία μου!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕύχομαι καλή χρονιά, με υγεία πάνω απ'όλα, αλλά και αγάπη και πολλές χαρές στο σπιτικό σου!
Φιλάκια πολλά!
Σ αυτο το σπίτι πουρθαμε πέτρα να μην ραγισει..
ΑπάντησηΔιαγραφήκι ο νοικοκύρης του σπιτιού χιλια χρονια να ζησει...
Τι μου θυμησες Κλαυδια μου τα Μακεδονίτικα..ισα που θα θυμόμουν ..ξεχασμενα τα είχα..οσο για τα κρητικα ..εχουν και αυτα την ιδεταιρότητα τους.. ο καθε τοπος εχει τα δικα του και τι ωραια που τα μαζεψες όλα εδω !!!
Δεν πειραζει φιλεναδα πως πέρασαν τα καλαντα και η πρωτοχρονιά και δεν πειραζει που μοιραζουμε ακομα ευχές ακομα και αν περασαν κι όλας πεντε μερες..καλε;πως τρέχει έτσι ο χρόνος ακομα δεν μπήκε; 😊
Αμαν Κλαυδία μου δεν τον προλαβενω σου λεω..μαλλον βαρυνα φαινεται..χα..χα..
Να έχεις μια όμορφη καινουργια χρονια με υγεια ..χαρουμενες στιγμες πολλες δημιοθυργίες και αγαπη παντού φιλη μου..🧡
Πόσα όμορφα ποιήματα και τραγούδια έχει ο τόπος μας πολύ όμορφα
ΑπάντησηΔιαγραφή